Η πραγματική αγάπη είναι πάντοτε συνυφασμένη με την προσφορά, τη θυσία, την ανιδιοτέλεια. Αγάπη είναι να χαίρεσαι με αυτόν που χαίρεται και να λυπάσαι με αυτόν που πονά.
Παρεξηγημένη αγάπη είναι όταν ο άλλος γίνεται το αντικείμενο με το οποίο ικανοποιώ εγώ τις ανάγκες και τις επιθυμίες μου.
Κάτι τέτοιο μάλλον προσκόλληση και αδυναμία πρέπει να ονομάζεται παρά αγάπη. Καταντούμε σε αυτή την παρεξηγημένη κατάσταση είτε όταν είμαστε φίλαυτοι – δηλαδή “εγωιστές” - είτε όταν πάσχουμε από κοινωνική ανασφάλεια. Σε αυτή την δεύτερη περίπτωση, ο φόβος μη τυχόν και μας απορρίψουν οι άλλοι μας κάνει να απαιτούμε συνεχώς επιβεβαίωση (-“Πες μου ότι με αγαπάς ...” “Μα μόλις τώρα σου το είπα !”). Η ανασφάλεια, με τις απαιτήσεις που προτάσσει, μας εμποδίζει από το να γνωρίσουμε και να αγαπήσουμε τον άλλο για αυτό που πραγματικά είναι, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μας εμποδίζουν οι απαιτήσεις που προτάσσει η φιλαυτία, ο “εγωισμός”.
Ποια από τις δύο πιο πάνω μορφές αγάπης έχουμε εμείς μέσα μας; Κριτήριο είναι η στάση μας απέναντι στους δύσκολους ανθρώπους: Αν τους αγαπούμε και αυτούς με την ίδια προθυμία, τότε η αγάπη μας είναι πραγματική. Αν όμως αγαπάμε μόνο όσους ανθρώπους βρίσκουμε ευχάριστους και βολικούς, τότε μάλλον η αγάπη μας εμπίπτει στην δεύτερη κατηγορία.
Η αληθινή αγάπη μέσα στην ψυχή ενός ανθρώπου είναι σαν ένα δέντρο που σιγά – σιγά μεγαλώνει, και σκεπάζει όλο και περισσότερους ανθρώπους κάτω από την δροσερή σκιά του. Από εμάς το μόνο που απαιτείται είναι να φροντίσουμε λίγο για την καλλιέργειά της, καθώς επίσης να την προστατεύσουμε από αυτά που θα μπορούσαν να την ξεριζώσουν από την καρδιά.
Αυτός που αγαπά ανέχεται τον άλλο με τις ατέλειές του χωρίς να τον περιφρονεί, χωρίς καν να τον κάνει να νιώθει άσχημα για αυτό που είναι. Όταν αγαπάς ενδιαφέρεσαι τι θα γίνει ο άλλος, χωρίς όμως αυτό το ενδιαφέρον να γίνεται καταπίεση και επιβολή. Και αυτό, διότι η πραγματική αγάπη εμπεριέχει τον σεβασμό της ελευθερίας του άλλου, την εκτίμηση προς την προσωπικότητά του.
Παρεξηγημένη αγάπη είναι όταν ο άλλος γίνεται το αντικείμενο με το οποίο ικανοποιώ εγώ τις ανάγκες και τις επιθυμίες μου.
Κάτι τέτοιο μάλλον προσκόλληση και αδυναμία πρέπει να ονομάζεται παρά αγάπη. Καταντούμε σε αυτή την παρεξηγημένη κατάσταση είτε όταν είμαστε φίλαυτοι – δηλαδή “εγωιστές” - είτε όταν πάσχουμε από κοινωνική ανασφάλεια. Σε αυτή την δεύτερη περίπτωση, ο φόβος μη τυχόν και μας απορρίψουν οι άλλοι μας κάνει να απαιτούμε συνεχώς επιβεβαίωση (-“Πες μου ότι με αγαπάς ...” “Μα μόλις τώρα σου το είπα !”). Η ανασφάλεια, με τις απαιτήσεις που προτάσσει, μας εμποδίζει από το να γνωρίσουμε και να αγαπήσουμε τον άλλο για αυτό που πραγματικά είναι, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μας εμποδίζουν οι απαιτήσεις που προτάσσει η φιλαυτία, ο “εγωισμός”.
Ποια από τις δύο πιο πάνω μορφές αγάπης έχουμε εμείς μέσα μας; Κριτήριο είναι η στάση μας απέναντι στους δύσκολους ανθρώπους: Αν τους αγαπούμε και αυτούς με την ίδια προθυμία, τότε η αγάπη μας είναι πραγματική. Αν όμως αγαπάμε μόνο όσους ανθρώπους βρίσκουμε ευχάριστους και βολικούς, τότε μάλλον η αγάπη μας εμπίπτει στην δεύτερη κατηγορία.
Η αληθινή αγάπη μέσα στην ψυχή ενός ανθρώπου είναι σαν ένα δέντρο που σιγά – σιγά μεγαλώνει, και σκεπάζει όλο και περισσότερους ανθρώπους κάτω από την δροσερή σκιά του. Από εμάς το μόνο που απαιτείται είναι να φροντίσουμε λίγο για την καλλιέργειά της, καθώς επίσης να την προστατεύσουμε από αυτά που θα μπορούσαν να την ξεριζώσουν από την καρδιά.
Πηγή: help-net.gr