Το Πανεπιστημιακό Άσυλο

Το ζήτημα του Πανεπιστημιακού Ασύλου αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα του νεοελληνικού παραλογισμού. Οι απόψεις που διατυπώνονται πάνω στο θέμα αυτό, διχάζουν εδώ και χρόνια την κοινωνία, τους πολιτικούς, τους πολίτες.

«Άσυλο» είναι η απαγόρευση παρέμβασης της αστυνομίας ή άλλης δημόσιας δύναμης στο χώρο του Πανεπιστημίου. Πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία. Το «Πανεπιστημιακό Άσυλο» είναι ιερή, αδιαπραγμάτευτη δημοκρατική κατάκτηση και είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης ιδεών και την απρόσκοπτη τέλεση της έρευνας και της διδασκαλίας χωρίς κρατικές παρεμβάσεις. Ωστόσο, η άποψη αυτή είναι τελείως παράλογη μέσα σε ένα πολίτευμα δημοκρατικό, όπου η ελευθερία διακίνησης ιδεών είναι δυνατή σε οποιοδήποτε χώρο. Γιατί να γίνεται εξαίρεση για τα Πανεπιστήμια;

Με βάση τον ισχύοντα νόμο (Ν.1268/1982), αρμόδιο όργανο για την παροχή άδειας επέμβασης της «δημόσιας δύναμης» στους πανεπιστημιακούς χώρους είναι η τριμελής επιτροπή ασύλου, η οποία αποτελείται από τον πρύτανη, έναν εκπρόσωπο του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) και έναν εκπρόσωπο των φοιτητών. Σύμφωνα με τη νέα τροποποίηση, αρμόδιο όργανο θα είναι πλέον το πρυτανικό συμβούλιο (ο πρύτανης και δύο αντιπρυτάνεις). Αυτό συνεπάγεται την κατάργηση της φοιτητικής συναίνεσης για την άρση του ασύλου. Επιπλέον, το πρυτανικό συμβούλιο «συνέρχεται άμεσα, αυτεπαγγέλτως ή μετά από καταγγελία». Αυτό σημαίνει, ότι σε περίπτωση εισόδου εξωτερικών παραγόντων στο πανεπιστήμιο, θα συγκαλείται το πρυτανικό συμβούλιο, το οποίο με απλή πλειοψηφία θα δίνει την άδεια στις αστυνομικές δυνάμεις να εισβάλλουν στον πανεπιστημιακό χώρο. Μια νέα έννοια που δίνεται στο «άσυλο» βάσει της νέας τροποποίησης είναι η προστασία του δικαιώματος στην εργασία. Έτσι, καθετί που παρεμποδίζει την ομαλή διεξαγωγή κάθε είδους εργασίας (μαθήματα, έρευνα, συνελεύσεις, εκδηλώσεις), θεωρείται αυτομάτως αιτία παραβίασης του πανεπιστημιακού ασύλου. Η ρύθμιση αυτή λοιπόν, συνεπάγεται την ποινικοποίηση των φοιτητικών καταλήψεων αλλά και των απεργιών των καθηγητών ή των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων, από τη στιγμή που εμποδίζουν τη διεξαγωγή των μαθημάτων. Προστατεύει το «δικαίωμα στην εργασία» και περιστέλλει το δικαίωμα στην απεργία.

«Το άσυλο είναι μια βολική δικαιολογία της αστυνομίας για να μην κάνει τη δουλειά της» (Γ. Μυλόπουλος). Και όχι μόνο θα έλεγα, καθώς την έννοια του ασύλου εκμεταλλεύονται ακόμα και οι ίδιοι οι φοιτητές. Θεωρούν το Πανεπιστήμιο ως ένα καταφύγιο, όπου μπορούν να πράττουν όσα επιθυμούν χωρίς έλεγχο και απειλές από τις αστυνομικές δυνάμεις. Κάποιοι φοιτητές γνωρίζουν καλά την έννοια αυτή, κάποιοι άλλοι όχι. Οι δεύτεροι είναι εκείνοι που αφαιρούν από τους άλλους συμφοιτητές τους το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης και αποφασίζουν οι ίδιοι για όλους. Ο Πανεπιστημιακός χώρος έχει μετατραπεί σε ξέφραγο αμπέλι, όπου αναρχικοί και χούλιγκανς εισβάλλουν οποιαδήποτε στιγμή επιθυμούν για να ικανοποιήσουν τις ορέξεις τους. Η αστυνομία είναι αδύνατο να παρέμβει και η ζωή πολλών φοιτητών βρίσκεται σε κίνδυνο.

Πανεπιστημιακό άσυλο υπάρχει μόνο στα χαρτιά και στις θεωρίες∙ στην πράξη είναι ανύπαρκτο. Κρίνεται, λοιπόν, απαραίτητη η δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία θα είναι πάντα σε επιφυλακή και θα μπορεί να καθαρίζει τον πανεπιστημιακό χώρο από όλους τους εξωτερικούς παράγοντες που θέλουν την καταστροφή του. Δεν υπάρχει λόγος να μην παρεμβαίνει η αστυνομία, όταν η ίδια η πανεπιστημιακή κοινότητα τη χρειάζεται. Πολλοί θα προτιμούσαν ακόμα και την κατάργηση του ασύλου. Ωστόσο, επειδή πρόκειται για ένα θέμα λεπτό και ευαίσθητο, ίσως θα ήταν καλύτερο να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση, ώστε όλοι να είναι ικανοποιημένοι. Για παράδειγμα, θα μπορούσε η άρση του ασύλου να γίνεται στιγμιαία∙ κάθε φορά που η επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων κρίνεται απαραίτητη η πρυτανική αρχή με μια απλή κλήση να καλεί την άμεση επέμβαση της πανεπιστημιακής αστυνομίας.